Κυριακή – 29/03/2015
Περικοπή: Κατά Ιωάννην 8:1-11
1 Ο δε Ιησούς πήγε στο βουνό των Ελαιών.
2 Και την αυγή ήρθε πάλι στο ιερό, και ολόκληρος ο λαός ερχόταν σ’ αυτόν· και αφού κάθησε, τους δίδασκε.
3 Οι δε γραμματείς και οι Φαρισαίοι φέρνουν προς αυτόν μια γυναίκα που συνελήφθη να διαπράττει μοιχεία, και, αφού την έστησαν στο μέσον,
4 του λένε: Δάσκαλε, αυτή η γυναίκα συνελήφθη επ’ αυτοφώρω διαπράττοντας μοιχεία.
5 Και στον νόμο ο Μωυσής πρόσταξε σε μας, οι γυναίκες αυτού τού είδους να λιθοβολούνται· εσύ, λοιπόν, τι λες;
6 Και το έλεγαν αυτό δοκιμάζοντάς τον, για να έχουν να τον κατηγορούν.
Ο δε Ιησούς, σκύβοντας κάτω, έγραφε με το δάχτυλό του στη γη.
7 Και επειδή επέμεναν ρωτώντας τον, σηκώνοντας το κεφάλι, είπε σ’ αυτούς: Όποιος από σας είναι αναμάρτητος, ας ρίξει πρώτος την πέτρα εναντίον της.
8 Και πάλι, σκύβοντας κάτω, έγραφε στη γη.
9 Και εκείνοι, όταν το άκουσαν, και ελεγχόμενοι από τη συνείδηση, έβγαινε ένας-ένας, αρχίζοντας από τους πρεσβύτερους μέχρι τους τελευταίους· και ο Ιησούς έμεινε μόνος, και η γυναίκα που στεκόταν στο μέσον.
10 Και όταν ο Ιησούς σήκωσε το κεφάλι, και μη βλέποντας κανέναν, εκτός από τη γυναίκα, της είπε: Γυναίκα, πού είναι εκείνοι οι κατήγοροί σου; Δεν σε καταδίκασε κανένας;
11 Και εκείνη είπε: Κανένας, Κύριε.
Και ο Ιησούς είπε σ’ αυτήν: Ούτε εγώ σε καταδικάζω· πήγαινε, και στο εξής μη αμάρτανε.