Κατά Ιωάννην 6:25-40
25 Και όταν τον βρήκαν, πέρα από τη θάλασσα, του είπαν: Ραββί, πότε ήρθες εδώ;
26 Ο Ιησούς αποκρίθηκε σ’ αυτούς και είπε: Σας διαβεβαιώνω απόλυτα, με ζητάτε, όχι επειδή είδατε θαύματα, αλλά επειδή φάγατε από τα ψωμιά και χορτάσατε.
27 Εργάζεστε όχι για την τροφή που φθείρεται, αλλά για την τροφή που μένει σε αιώνια ζωή, την οποία ο Υιός τού ανθρώπου θα σας δώσει· επειδή, τούτον σφράγισε ο Πατέρας, ο Θεός.
28 Του είπαν, λοιπόν: Τι να κάνουμε για να εργαζόμαστε τα έργα τού Θεού;
29 Ο Ιησούς αποκρίθηκε και τους είπε: Τούτο είναι το έργο τού Θεού, να πιστέψετε σ’ αυτόν τον οποίον εκείνος απέστειλε.
30 Τότε, του είπαν: Ποιο σημείο, λοιπόν, κάνεις εσύ, για να δούμε και να πιστέψουμε σε σένα; Τι εργάζεσαι;
31 Οι πατέρες μας έφαγαν το μάννα μέσα στην έρημο, όπως είναι γραμμένο: «Άρτον από τον ουρανό έδωσε σ’ αυτούς να φάνε».
32 Ο Ιησούς, λοιπόν, είπε προς αυτούς: Σας διαβεβαιώνω απόλυτα: Δεν σας έδωσε τον άρτο από τον ουρανό ο Μωυσής· αλλά, ο Πατέρας μου σας δίνει τον άρτο τον αληθινό από τον ουρανό.
33 Επειδή, ο άρτος τού Θεού είναι αυτός που κατεβαίνει από τον ουρανό, και δίνει ζωή στον κόσμο.
34 Του είπαν, λοιπόν: Κύριε, δώσε μας πάντοτε τούτον τον άρτο.
35 Και ο Ιησούς είπε σ’ αυτούς: Εγώ είμαι ο άρτος τής ζωής· όποιος έρχεται σε μένα, δεν θα πεινάσει· και όποιος πιστεύει σε μένα, δεν θα διψάσει ποτέ.
36 Όμως, σας είπα ότι, και με είδατε και δεν πιστεύετε.
37 Κάθε τι που μου δίνει ο Πατέρας, θάρθει σε μένα· και εκείνον που έρχεται σε μένα, δεν θα τον βγάλω έξω·
38 επειδή, κατέβηκα από τον ουρανό, όχι για να κάνω το δικό μου θέλημα, αλλά το θέλημα εκείνου που με απέστειλε.
39 Και το θέλημα του Πατέρα, που με απέστειλε, είναι τούτο: Κάθε τι που μου έδωσε, να μη απολέσω τίποτε απ’ αυτό, αλλά να το αναστήσω κατά την έσχατη ημέρα.
40 Και το θέλημα εκείνου που με απέστειλε είναι τούτο: Καθένας που βλέπει τον Υιό και πιστεύει σ’ αυτόν, να έχει αιώνια ζωή, και εγώ θα τον αναστήσω κατά την έσχατη ημέρα.