Κατά Λουκάν 19:1-11
1 ΚΑΙ καθώς μπήκε μέσα, διερχόταν την Ιεριχώ.
2 Και ξάφνου, ένας άνθρωπος, που ονομαζόταν Ζακχαίος, ο οποίος ήταν αρχιτελώνης, κι αυτός ήταν πλούσιος·
3 και ζητούσε να δει τον Ιησού ποιος είναι· και δεν μπορούσε εξαιτίας τού πλήθους, επειδή ήταν κοντός στο ανάστημα.
4 Και τρέχοντας μπροστά, ανέβηκε επάνω σε μια συκομουριά για να τον δει· επειδή, από εκείνο τον δρόμο επρόκειτο να περάσει.
5 Και όταν ο Ιησούς ήρθε στον τόπο, καθώς κοίταξε ψηλά, τον είδε, και του είπε: Ζακχαίε, κατέβα γρήγορα· επειδή, σήμερα πρέπει να μείνω στο σπίτι σου.
6 Και κατέβηκε γρήγορα, και τον υποδέχθηκε με χαρά.
7 Και όλοι, βλέποντας αυτό, γόγγυζαν, λέγοντας ότι: Μπήκε για να μείνει μέσα σε έναν αμαρτωλό άνθρωπο.
8 Και ο Ζακχαίος, αφού σηκώθηκε όρθιος, είπε στον Κύριο: Δες, τα μισά από τα υπάρχοντά μου, Κύριε, τα δίνω στους φτωχούς· κι αν συκοφάντησα κάποιον σε κάτι, αποδίδω τετραπλάσια.
9 Και ο Ιησούς είπε σ’ αυτόν ότι: Σήμερα έγινε σωτηρία σ’ αυτό το σπίτι, καθόσον κι αυτός είναι γιος τού Αβραάμ.
10 Επειδή, ο Υιός τού ανθρώπου ήρθε να ζητήσει και να σώσει το χαμένο.
11 Και ενώ αυτοί τα άκουγαν αυτά, προσθέτοντας είπε μια παραβολή, επειδή ήταν κοντά στην Ιερουσαλήμ, κι αυτοί νόμιζαν ότι η βασιλεία τού Θεού επρόκειτο να φανεί αμέσως.