Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΑΓΝΟΟΥΜΕΝΟΣ

Θυμάμαι μικρό παιδάκι ακόμα, κάπου στα τέλη της δεκαετίας του 70 και στα μέσα του 80, που το ραδιόφωνο συστηματικά είχε εκπομπή με τις αναζητήσεις του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού. Υπερήλικες γονείς ακόμα αναζητούσαν τα παιδιά τους μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, αδέρφια, παιδιά , ολόκληρες οικογένειες αναζητούσαν τις ρίζες τους που τα ίχνη τους χάθηκαν στον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, στον εμφύλιο, στα γεγονότα της Κύπρου. Κι όλων αυτών των ανθρώπων η ελπίδα δεν είχε χαθεί.. Ακόμα μία απεγνωσμένη αναζήτηση… Παιδί μου, σε ψάχνω!

   Κάπως έτσι ακούγεται και η φωνή του Πατέρα Θεού. Αδάμ που είσαι; Άνθρωπε που είσαι; Σε έχασα… Μου λείπεις… Ο Θεός εκδηλώνει τα αισθήματα του για τον άνθρωπο, δε τα κρύβει μέσα στο μεγαλείο της κυριαρχίας του. Ένας ταπεινός Θεός παρουσιάζει τον εαυτό του στον άνθρωπο που έχει ήδη πέσει, που έχει υπακούσει στην εισήγηση του εχθρού, ότι  χωρίς τον Θεό θα τα καταφέρει καλύτερα…

   Από τη πρώτη μέρα της δημιουργίας η φωνή του Θεού ακούγεται να αναζητάει κοινωνία με τον άνθρωπο. Ίσως γι’ αυτό και τα ηλιοβασιλέματα είναι οι πιο έντονες και οι πιο φωτογραφημένες εικόνες. Είναι αδύνατο ένα δειλινό να μη σου τραβήξει την προσοχή. Επειδή μέσα μας υπάρχει πάντοτε η νοσταλγία του χαμένου παράδεισου, η νοσταλγία εκείνης της χαμένης συντροφιάς του Θεού με τον άνθρωπο.

   Αδάμ, που είσαι;  Άφησε στην άκρη ότι συνέβη, άφησε στην άκρη ότι ασχολείσαι, άφησε στην άκρη το έργο, τις θεολογίες και τους δικούς σου τρόπους, σβήσε κάθε άλλη θυσία που προσπαθείς να ανάψεις κι έλα σε συνάντηση μου.. Έλα σε κοινωνία μαζί μου…

   Όλος ο σκοπός της δημιουργίας, όλος ο κόσμος, όλη η αξία της ύπαρξης μας είναι η ανταπόκριση μας σε εκείνη την προαιώνια ερώτηση του Θεού προς τον άνθρωπο. Που είσαι; Γιατί έφυγες μακριά μου;

   Ο Θεός είχε θέσει τον Αδάμ να φυλάει και να εργάζεται τον παράδεισο της Εδέμ. (Γεν. 2/15). Όταν δεν αναζήτησε να περπατήσει με τον Θεό είχε ήδη ανοίξει η πόρτα στον εισβολέα να τον γκρεμίσει..

  Το πρώτο ζητούμενο πάντοτε είναι η κοινωνία, ο περίπατος με τον Θεό, είναι η παρουσία του! Μόνο έτσι θα απολαμβάνω τα δέντρα του κήπου, τα ζώα, την υπηρεσία και τον άνθρωπο που μου χάρισε Εκείνος, μόνο τότε δε θα ντρέπομαι και δε θα ακούω καμία άλλη εισήγηση.

   Τι Θεός είναι αυτός που του λείπει το πεσμένο δημιούργημα του; Ένας Θεός που δε σταματά να αναζητά, να φωνάζει κάθε μέρα, Αδάμ που είσαι; Άνθρωπε που είσαι;  Τα χαρίσματα όμως και η πρόσκληση του Θεού δεν επιδέχονται μεταμέλεια, γράφει ο Παύλος στους Ρωμαίους. Ο ίδιος ο Θεός είναι που πάντοτε κάνει τα πρώτα βήματα. Όπως τότε, έκανε τη πρώτη θυσία και έντυσε τους πρωτόπλαστους ώστε να μην είναι πλέον γυμνοί, έτσι και τώρα έχει φροντίσει να είναι αναμμένο ακόμα το θυσιαστήριο του Γολγοθά, για να μας ντύσει με τη δικαιοσύνη του Ιησού, για να απολαύσουμε τις υποσχέσεις που απατηλά αφήσαμε να πέσουν.

   Η ευλογία του Θεού ξεκίνησε με μόνο 2 ανθρώπους, κι αυτοί πλανεμένοι και πεσμένοι, πέρασε μέσα από την πτώση τους, μέσα από τον χρόνο, μέσα από τα βασίλεια και τις ραδιουργίες των ανθρώπων, από αρχές και εξουσίες του σκότους, πέρασε πάνω από έναν Σταυρό και μέσα από ένα τάφο, που δεν είχε τη δύναμη να τη συγκρατήσει στα σπλάχνα του, για να καταλήξει στον Δεύτερο Αδάμ, σε Μία Πόλη πρωτοτόκων, σε μία Νύφη αμέτρητων λυτρωμένων που, η αξία τους δε θα είναι η φυλή τους και η γλώσσα τους, αλλά το Αρνίο το σφαγμένο!  

Στον Θεό η δόξα!   Δ. Γ.